ὀρνιχολόχος

From LSJ
Revision as of 13:04, 1 January 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

Λόγος εὐχάριστος χάριτός ἐστ' ἀνταπόδοσις → Es sermo gratus pro relata gratia → Ein gutes Wort ist Dank für eine gute Tat

Menander, Monostichoi, 330
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀρνῑχολόχος Medium diacritics: ὀρνιχολόχος Low diacritics: ορνιχολόχος Capitals: ΟΡΝΙΧΟΛΟΧΟΣ
Transliteration A: ornicholóchos Transliteration B: ornicholochos Transliteration C: ornicholochos Beta Code: o)rnixolo/xos

English (LSJ)

ὄρνῑχος, ὄρνῑθ-χα, A v. ὀρνιθ-, ὄρνις.

German (Pape)

[Seite 384] dor. = ὀρνιθολόχος, w. m. s.

Greek (Liddell-Scott)

ὀρνῑχολόχος: ὄρνῑχος, -χα, Δωρ. ἀντὶ ὀρνιθ-.

English (Slater)

ὀρνῑχολόχος
   1 wildfowler μισθὸς γὰρ ἄλλοις ἄλλος ἐπ' ἔργμασιν ἀνθρώποις γλυκύς, μηλοβότᾳ τ ἀρότᾳ τ ὀρνιχολόχῳ (I. 1.48)

Greek Monolingual

ὀρνιχολόχος, -ον (Α)
(δωρ. τ.) βλ. ορνιθολόχος.

Greek Monotonic

ὀρνῑχολόχος: ὄρνῑχος, ὄρνιχα, Δωρ. αντί ὀρνιθ-.

Russian (Dvoretsky)

ὀρνῑχολόχος: ὁ дор. Pind. = ὀρνιθολόχος.