συλητής

From LSJ
Revision as of 12:36, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (39)

κῆπος κεκλεισμένος, ἀδελφή μου νύμφη, κῆπος κεκλεισμένος, πηγὴ ἐσφραγισμένη (Song of Solomon 4:12) → A garden locked is my sister bride, a garden locked, a fountain sealed (LXX) | A garden enclosed is my sister, my spouse; a spring shut up, a fountain sealed (KJV)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σῡλητής Medium diacritics: συλητής Low diacritics: συλητής Capitals: ΣΥΛΗΤΗΣ
Transliteration A: sylētḗs Transliteration B: sylētēs Transliteration C: sylitis Beta Code: sulhth/s

English (LSJ)

οῦ, ὁ,= sq., Gloss.

Greek (Liddell-Scott)

σῡλητής: -οῦ, ὁ, κλέπτης, ληστής, Ἐπιφάν. 336Β.

Greek Monolingual

ο, ΝΑ, θηλ. συλήτρια Α συλῶ
άρπαγας, κλέφτης
νεοελλ.
κλέφτης ιερών αντικειμένων.

Greek Monolingual

ο, ΝΑ, θηλ. συλήτρια Α συλῶ
άρπαγας, κλέφτης
νεοελλ.
κλέφτης ιερών αντικειμένων.