βαρυταρβής

From LSJ
Revision as of 11:55, 1 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")

εὖ γ᾽ εὖ γε ποιήσαντες ὦ Διοσκόρω → well done, well done, you twin Dioscuri!

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: βᾰρῠταρβής Medium diacritics: βαρυταρβής Low diacritics: βαρυταρβής Capitals: ΒΑΡΥΤΑΡΒΗΣ
Transliteration A: barytarbḗs Transliteration B: barytarbēs Transliteration C: varytarvis Beta Code: barutarbh/s

English (LSJ)

ές, terrifying, εἰκών A.Fr.57.11.

Spanish (DGE)

(βᾰρῠταρβής) -ές
gravemente pavoroso τυμπάνου δ' εἰκών ... φέρεται β. A.Fr.57.11.

German (Pape)

[Seite 435] τυμπάνου ἠχώ, schwer erschreckend, Aesch. frg. Edon. 51.

Greek (Liddell-Scott)

βᾰρῠταρβής: -ές, ὁ καθ’ ὑπερβολὴν φοβερός, εἰκὼν Αἰσχύλ. Ἀποσπ. 55.

Greek Monolingual

βαρυταρβής (-οῦς), -ές (Α)
εκείνος που προκαλεί μεγάλο φόβο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < βαρύς + τάρβος «φόβος, τρόμος»].

Russian (Dvoretsky)

βαρυταρβής: наводящий ужас, ужасающий (τυπάνου εἰκών Aesch.).