χαῖρ', ὦ μέγ' ἀχρειόγελως ὅμιλε, ταῖς ἐπίβδαις, τῆς ἡμετέρας σοφίας κριτὴς ἄριστε πάντων → all hail, throng that laughs untimely on the day after the festival, best of all judges of our poetic skill
Full diacritics: εἶαρ | Medium diacritics: εἶαρ | Low diacritics: είαρ | Capitals: ΕΙΑΡ |
Transliteration A: eîar | Transliteration B: eiar | Transliteration C: eiar | Beta Code: ei)=ar |
εἰᾰρινός, v. ἔαρ (A and B), ἐαρινός.
ion. c. ἔαρ.
εἶαρ: εἰᾰρινός, ἴδε ἐν λ. ἔαρ, ἐαρινός.
εἶαρ: εἰᾰρινός, Επικ. αντί ἔαρ, ἐαρινός.
εἶαρ: εἴαρος τό HH = ἔαρ.