προσεπιμανθάνω
From LSJ
Ἰατρὸς ἀδόλεσχος ἐπὶ τῇ νόσῳ νόσος → Medicus loquax, secundus aegro morbus est → Ein Arzt, der schwätzt, verdoppelt nur der Krankheit Last
English (LSJ)
learn besides, D.S.4.25, Gal.Thras.39.
German (Pape)
[Seite 761] (s. μανθάνω), noch dazu lernen, zulernen, D. Sic.
Greek (Liddell-Scott)
προσεπιμανθάνω: μανθάνω προσέτι, Διόδ. 4. 25, Γαλην.
Greek Monolingual
Α ἐπιμανθάνω
μαθαίνω κάτι εκ τών υστέρων.
Russian (Dvoretsky)
προσεπιμανθάνω: сверх того узнавать (τι Diod.).