στύππη

From LSJ
Revision as of 15:35, 14 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (CSV import)

Θεοὶ μὲν γὰρ μελλόντων, ἄνθρωποι δὲ γιγνομένων, σοφοὶ δὲ προσιόντων αἰσθάνονται → Because gods perceive future things, men what is happening now, but wise men perceive approaching things

Philostratus, Life of Apollonius of Tyana, VIII, 7
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στύππη Medium diacritics: στύππη Low diacritics: στύππη Capitals: ΣΤΥΠΠΗ
Transliteration A: stýppē Transliteration B: styppē Transliteration C: styppi Beta Code: stu/pph

English (LSJ)

ἡ,= στυππεῖον, J.ap.Suid.s.v.

German (Pape)

[Seite 959] ἡ, στύππινος, s. στύπειος u. s. w.

Greek (Liddell-Scott)

στύππη: ἡ, = στυππεῖον, Ἰωσήπ. παρὰ Σουΐδ. ἐν λ., Σχόλ. εἰς Λουκ. Ὄνον 31.

Greek Monolingual

ἡ, Α
στουπί.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. στυππείο].

Mantoulidis Etymological

(=στουπί). Πιθανόν ἀπό τό στύφω (=στύβω), ὅπου δές γιά περισσότερα παράγωγα.