δεκαεπτά
Φίλους ἔχων νόμιζε θησαυροὺς ἔχειν → Tibi si est amicus, esse thesaurum puta → Mit Freunden, glaub es nur, besitzt du einen Schatz
English (LSJ)
seventeen, PSI 5.509.13 (iii BC), v.l. in DS. 12.36, J. BJ 5.11.4, S.E. M. 1.114, etc.
Spanish (DGE)
• Alolema(s): δεχεπτά I.BI 5.466, SEG 33.1475 (Cirenaica I/II d.C.)
• Grafía: frec. escrito δέκα ἑπτά
diecisiete Arist.Metaph.1093a30, IIasos 1.83 (IV a.C.), Didyma 427.10 (III a.C.), PSI 509.13 (III a.C.), PCair.Zen.72.3 (III a.C.), I.BI 2.293, l.c., SEG l.c., Str.2.5.42, Plu.TG 12, S.E.M.1.114, PCol.137.94 (IV d.C.), PMich.683.2 (V d.C.)
•en fechas πρὸ ἡμερῶν δ. Καλανδῶν Νοενβρίων IG 7.413.60 (Oropo I a.C.), cf. Iust.Nou.22.46.
German (Pape)
[Seite 542] Sp., für ἐννεακαίδεκαu. s. w.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
δεκαεπτά [δέκα, ἑπτά] indecl. zeventien.
Russian (Dvoretsky)
δεκαεπτά: οἱ, αἱ, τά indecl. Diod. = ἑπτακαίδεκα.
Greek (Liddell-Scott)
δεκαεπτά: οἱ, αἱ, τά, ἴδε ἐν λ. δέκα.
Greek Monolingual
και δεκαεφτά (AM δέκα ἑπτά)
ο αριθμός που αποτελείται από μια δεκάδα και επτά μονάδες.