σπυριδόν

From LSJ
Revision as of 08:17, 14 August 2022 by Spiros (talk | contribs)

τὰ καλὰ καὶ συμφέροντα ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν καὶ εἰρήνην τῷ κόσμῳ → what is good and profitable to our souls, and for peace to the world

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σπῠρῐδόν Medium diacritics: σπυριδόν Low diacritics: σπυριδόν Capitals: ΣΠΥΡΙΔΟΝ
Transliteration A: spyridón Transliteration B: spyridon Transliteration C: spyridon Beta Code: spurido/n

English (LSJ)

Adv. in the form of a σπυρίς, γράφειν Sch.D.T.p.190 H.; cf. σπειρηδόν.

German (Pape)

[Seite 926] adv., nach Art od. von der Gestalt einer σπυρίς, B. A. 783. 786.

Greek (Liddell-Scott)

σπῠρῐδόν: Ἐπίρρ., κατὰ τρόπον σπυρίδος, Α. Β. 783˙ -ἑτέρα γραφὴ σπυρηδόν.

Greek Monolingual

Α
επίρρ. με σχήμα σπυρίδος, καλαθιού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σπυρίς, -ίδος «καλάθι» + επιρρμ. κατάλ. -δόν (πρβλ. αναφαν-δόν)].