στηλύδριον

From LSJ
Revision as of 12:32, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (38)

Αὐθαίρετος λύπη 'στὶν ἡ τέκνων σποράProcreation is a self-chosen suffering → Spontalis est miseria satio liberûm → Die Kinderzeugung ist ein selbstgewähltes Leid

Menander, Monostichoi, 641
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στηλύδριον Medium diacritics: στηλύδριον Low diacritics: στηλύδριον Capitals: ΣΤΗΛΥΔΡΙΟΝ
Transliteration A: stēlýdrion Transliteration B: stēlydrion Transliteration C: stilydrion Beta Code: sthlu/drion

English (LSJ)

τό, Dim. of στήλη, BCH2.323, 35.286 (Delos).

Greek (Liddell-Scott)

στηλύδριον: τό, ὑποκορ. τοῦ στήλη, μικρὰ στήλη, Ἐπιγρ. Δήλου, Bull. d cor. hell. II. σ. 323, 325. - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 147.

Greek Monolingual

τὸ, Α
υποκορ. του στήλη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στήλη + υποκορ. κατάλ. -ύδριον (πρβλ. λογ-ύδριον)].