μηδέ μοι ἄκλαυστος θάνατος μόλοι, ἀλλὰ φίλοισι καλλείποιμι θανὼν ἄλγεα καὶ στοναχάς → may death not come to me without tears, but when I die may I leave my friends with sorrow and lamentation
Full diacritics: λῠκοέρια | Medium diacritics: λυκοέρια | Low diacritics: λυκοέρια | Capitals: ΛΥΚΟΕΡΙΑ |
Transliteration A: lykoéria | Transliteration B: lykoeria | Transliteration C: lykoeria | Beta Code: lukoe/ria |
ἐκ λυκείου δέρματος πεπονημένα, Hsch. (fort. -εργέα).
λυκοέρια (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «έκ λύκου δέρματος πεπονημένα».
[ΕΤΥΜΟΛ. < λύκος + ἔριον «μαλλί»].