σήσαμος
From LSJ
Ἐφόδιον εἰς τὸ γῆρας αἰεὶ κατατίθου → Bonum senectae compara viaticum → Wegzehrung für das Alter sorge stets dir vor
Ἐφόδιον εἰς τὸ γῆρας αἰεὶ κατατίθου → Bonum senectae compara viaticum → Wegzehrung für das Alter sorge stets dir vor
Full diacritics: σήσᾰμος | Medium diacritics: σήσαμος | Low diacritics: σήσαμος | Capitals: ΣΗΣΑΜΟΣ |
Transliteration A: sḗsamos | Transliteration B: sēsamos | Transliteration C: sisamos | Beta Code: sh/samos |
ὁ,= σήσαμον 1.1, Gp.9.18.2, Suid.
[Seite 876] ἡ, = σήσαμον, Theophr.
σήσᾰμος: ὁ, (ὡς ἤδη φέρεται παρὰ τῷ Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 3. 18, 03), = σήσαμον, Γεωπ. 9. 18, Σουΐδ.
ὁ, Μ
το φυτό σήσαμο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μτγν. μεταπλασμένος τ. του σήσαμον.