κατακράτησις
From LSJ
Aeschylus, fr. 317
English (LSJ)
εως, ἡ, subduing, Poll.9.142.
German (Pape)
[Seite 1356] ἡ, das Überwältigen, Poll. 9, 142.
Greek (Liddell-Scott)
κατακράτησις: -εως, ἡ, ἡ κατανίκησις, καθυπόταξις, Πολυδ. Θ΄, 142.
Full diacritics: κατακρᾰτησις | Medium diacritics: κατακράτησις | Low diacritics: κατακράτησις | Capitals: ΚΑΤΑΚΡΑΤΗΣΙΣ |
Transliteration A: katakrátēsis | Transliteration B: katakratēsis | Transliteration C: katakratisis | Beta Code: katakra/thsis |
εως, ἡ, subduing, Poll.9.142.
[Seite 1356] ἡ, das Überwältigen, Poll. 9, 142.
κατακράτησις: -εως, ἡ, ἡ κατανίκησις, καθυπόταξις, Πολυδ. Θ΄, 142.