ἐντερόμφαλον
From LSJ
μηδενί δίκην δικάσῃς πρίν ἀμφοῖν μῦθον ἀκούσῃς → do not give your judgement on anything until you have heard a speech on both sides
English (LSJ)
τό,
A umbilical hernia, Gal.14.786.
II -όμφαλος, ὁ, patient suffering therefrom, Id.19.444.
Spanish (DGE)
-ου, τό hernia umbilical Gal.19.444.
Greek (Liddell-Scott)
ἐντερόμφαλον: τό, (ἔντερον, ὀμφαλός) = ὑποδρομὴ ἐντέρου κατὰ τὸν ὀμφαλόν, οἴδημα τῶν ἐντέρων πλησίον τοῦ ὀμφαλοῦ, Γαλην. ΙΙ. 395F, 274A, ἔκδ. Παρισ.
Greek Monolingual
ἐντερόμφαλον, το (Α)
εντεροκήλη και ομφαλοκήλη.