φιλότης

From LSJ
Revision as of 19:44, 2 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (13_7_1)

Πολλοῖς ὁ Δαίμων, οὐ κατ' εὔνοιαν φέρων, / Μεγάλα δίδωσιν εὐτυχήματ' ... (Euripides) → God brings great good fortune to many, not out of good will,...

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φῐλότης Medium diacritics: φιλότης Low diacritics: φιλότης Capitals: ΦΙΛΟΤΗΣ
Transliteration A: philótēs Transliteration B: philotēs Transliteration C: filotis Beta Code: filo/ths

English (LSJ)

ητος, ἡ,

   A friendship, love, affection, μηνιθμὸν μὲν ἀπορρῖψαι φιλότητα δ' ἑλέσθαι Il.16.282; ξεῖνοι δὲ διαμπερὲς εὐχόμεθ' εἶναι ἐκ πατέρων φιλότητος Od.15.197, cf. S.Ph.1122 (lyr.); κατ' ἡλικίην τε καὶ φ. ἰλαδὸν συγγίνεσθαι Hdt.1.172: pl., Thgn.860; φιλότητι in, with, from friendship or affection, Il.3.453, Od.3.363, 10.43; ἐν φ. διέτμαγεν ἀρθμήσαντε Il.7.302; φιλότητί γε yes, in affection [we are brothers], E.IT498; φιλότητι χειρῶν with friendly services, Id.Or. 1048; φιλότητα μετ' ἀμφοτέροισι βάλωμεν Il.4.16; φ. μετ' ἀμφοτέροισι τίθησι ib.83, cf. Od.24.476; παρὰ σεῖο τυχὼν φιλότητος 15.158; φιλότητα παρασχεῖν Il.3.354, Od.15.55; ἄγειν ἐς φ. Sapph. 1.19; εἰς ἀρθμὸν ἐμοὶ καὶ φιλότητα . . ἥξει A.Pr.193 (anap.); ὑδαρεῖ σαίνειν φ. Id.Ag.798 (anap.); φ. τινός friendship with, affection for, Od.14.505, S.Aj.1410 (anap.); διὰ τὴν λίαν φ. βροτῶν by his overgreat love for men, A.Pr.123 (anap.); ξενίαι καὶ φιλότητες πρός τινας And.1.145: in addressing persons, ὦ φιλότης, = ὦ φίλος, my dear friend, Pl.Phdr.228d, Philox.2.7,34; without , Hp.Ep.17.    2 of friendship between states, φιλότητα καὶ ὅρκια πιστὰ ταμόντες Il.3.73, cf. 94,323; ναυμαχεῖν ὑπὲρ τῆς φ. Lys.2.35; φ. ἀντὶ διαφορᾶς ἐθέλοντες ποιεῖσθαι And.3.30.    3 prov., ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται Pl.Lg.757a; more shortly, ἰσότης φ. Arist.EN1168b8.    4 in Hom., freq. of sexual love or intercourse, in various phrases: μίγη φιλότητι καὶ εὐνῇ Il.6.25, cf. 3.445, al.; ἵνα μισγεαι ἐν φ. 2.232; καθεύδετον ἐν φ., παραλέξομαι ἐν φ., Od.8.313, Il.14.237; ὕπνῳ καὶ φ. δαμείς ib.353, cf. 207, 13.636: less freq. c. gen., ἀείδειν ἀμφ' Ἄρεος φιλότητος ἐϋστεφάνου τ' Ἀφροδίτης Od.8.267; φ. γυναικός Hes. Sc.31, cf. Th.374,405,625,822: pl., Pi.P.9.39, N.8.1, Antipho Soph. 49.    5 personified, = φιλία 1.5, opp. νεῖκος, Emp.17.20, al., cf. Hes.Th.224. (φιλία is the common prose form.)

German (Pape)

[Seite 1287] ητος, ἡ, Freundschaft, Liebe, Zuneigung, Hom. u. Folgde; ξεῖνοι δὲ διαμπερὲς εὐχόμεθ' εἶναι ἐκ πατέρων φιλότητος Od. 15, 197; ἐμαρνάσθην, ἠδ' αὖτ' ἐν φιλότητι διέτμαγεν Il. 7, 302, sie trennten sich in Liebe; von den freundschaftlichen Verhältnissen ganzer Völker zu einander Il. 3, 73. 94; κατὰ φιλότητα συγγίγνεσθαι, aus Freundschaft zusammenkommen, Her. 1, 172; von der Gastfreundschaft, Od. 15, 55 u. sonst; am häufigsten von der sinnlichen Geschlechtsliebe, Liebesgenuß, Hom. u. Hes.; am geläufigsten in den Vrbdgn φιλότης καὶ εὐνή, φιλότητι oder ἐν φιλότητι καὶ εὐνῇ μιγῆναι u. vgl. (s. μίγνυμι), auch ὕπνος καὶ φιλότης, Il. 13, 636. 14, 353, seltner φιλότης γυναικός, Hes. Sc. 31, vgl. Th. 374. 405. 625. 822; Pind. in dieser Bedeutung im plur., P. 9, 40 N. 8, 1, διὰ τὴν λίαν φιλότητα βροτῶν Aesch. Prom. 123, u. öfter; Soph. Phil. 1107 Ai. 1389, σ' ἀμείψασθαι θέλω φιλότητι χειρῶν Eur. Or. 1048, einzeln in Prosa: κατὰ φιλότητα συγγίγνεσθαι Her. 1, 172; Ggstz διαφορά Andoc. 3, 30; Lys. 2, 35, Plat. Legg. VI, 757 a. – Als Anrede, ὦ φιλότης, für ὦ φίλε, mein Leber, Plat. Phaedr. 228, d. Luc. oft.