ὀρχούμενός τις καὶ τὴν τοῦ Κρόνου τεκνοφαγίαν παρωρχεῖτο → a dancer was presenting Kronos who devoured his children, an actor portrayed Kronos who devoured his children
Full diacritics: δυσδιαίτητος | Medium diacritics: δυσδιαίτητος | Low diacritics: δυσδιαίτητος | Capitals: ΔΥΣΔΙΑΙΤΗΤΟΣ |
Transliteration A: dysdiaítētos | Transliteration B: dysdiaitētos | Transliteration C: dysdiaititos | Beta Code: dusdiai/thtos |
ον,
A hard to decide, Plu.Comp.Cim.Luc.3; λόγος Porph.Abst.2.1.
[Seite 677] schwer zu entscheiden; κρίσις Plut. Cim. et Luc. 3; σκέψις Coriol. 35.
δυσδιαίτητος: -ον, περὶ οὗ δύσκολον εἶναι νὰ ἀποφασίσῃ τις, κρίσις Πλούτ. Συγκρ. Κίμ. κ. Λουκ. 3, κτλ.