Βριάρεως

From LSJ
Revision as of 10:54, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_14)

Ἰσχυρότερον δέ γ' οὐδέν ἐστι τοῦ λόγου → Oratione nulla vis superior → Nichts ist gewiss gewaltiger als die Vernunft | Nichts ist gewiss gewalt'ger als der Rede Kraft

Menander, Monostichoi, 258
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Βρῐάρεως Medium diacritics: Βριάρεως Low diacritics: Βριάρεως Capitals: ΒΡΙΑΡΕΩΣ
Transliteration A: Briáreōs Transliteration B: Briareōs Transliteration C: Vriareos Beta Code: *bria/rews

English (LSJ)

[ᾰ], ὁ, gen. Βριάρηο lbyc.45, (βριᾰρός) a hundred-handed giant, Aegaeon, Il.1.403, Hes.Th.714: Βριάρεω στῆλαι, older name for the Pillars of Hercules, Arist.Fr.678; cf. ὄβριμος. (-ρεως is monosyll. in Ep.)

Greek (Liddell-Scott)

Βριάρεως: ὁ, (βριᾰρὸς) γίγας ἑκατόγχειρ, καλούμενος οὕτως ὑπὸ τῶν θεῶν, ὑπὸ δὲ τῶν ἀνθρώπων Αἰγαίων, ὅστις ἐβοήθησε τὸν Δία, Ἰλ. Α. 403, πρβλ. Ἡσ. Θ. 714, 817· ἦτο γαμβρὸς τοῦ Ποσειδῶνος καὶ μετὰ τῶν ἀδελφῶν αὐτοῦ Κόττου καὶ Γύ(γ)ου ἐβοήθησε τοὺς θεοὺς ἐναντίον τῶν Τιτάνων· ― Βριάρεω στῆλαι, παλαιότερον ὄνομα τῶν Ἡρακλ. στηλῶν, Ἀριστ. Ἀποσπ. 628. ― Ὡσαύτως Ὀβριάρεως, ἴδε ὄβριμος ἐν τέλ. [-ρεως προφέρεται ὡς μία συλλαβὴ παρ' Ἐπικ.]