ἱερεύσιμος
From LSJ
ποταμῷ γὰρ οὐκ ἔστιν ἐμβῆναι δὶς τῷ αὐτῷ → it is impossible to step twice in the same river, you cannot step twice into the same rivers
English (LSJ)
ον,
A fit for sacrifice, Plu.2.729d.
German (Pape)
[Seite 1240] ον, zum Opfern u. Weissagen aus den Eingeweiden geeignet, ἰχθύων θύσιμος ούδεὶς οὐδὲ ἱερεύσιμός ἐστιν Plut. Symp. 8, 8, 3.
Greek (Liddell-Scott)
ἱερεύσιμος: -ον, κατάλληλος ἢ ἁρμόδιος εἰς θυσίαν, Πλούτ. 2. 729C.