ἐγκρυφίας
From LSJ
οὕτω τι βαθὺ καὶ μυστηριῶδες ἡ σιγὴ καὶ νηφάλιον, ἡ δὲ μέθη λάλον → silence is something profound and mysterious and sober, but drunkenness chatters
English (LSJ)
ἄρτος loaf
A baked in the ashes, Hp.Vict.2.42, Nicostr.Com.14, Luc.DMort.20.4, Ath.3.110b.
German (Pape)
[Seite 710] ὁ, unter heißer Asche gebackenes Brot; Hippocr.; Luc. D. Mort. 20, 4 Lexiph. 3; vgl. Ath. III, 110 a. Bei Poll. 4, 47 = versteckt, hinterlistig.
Greek (Liddell-Scott)
ἐγκρῠφίας: ἄρτος, ὁ, ἄρτος ὀπτώμενος ἐν σποδῷ, ἐπ’ ἀνθράκων, «σταχτόπητα», Ἱππ. 356. 14, Νικόστρ. ἐν «Ἱεροφάντῃ» 1, Λουκ. Νεκρ. Διάλ. 20. 4, κτλ.· πρβλ. σποδίτης.