ὑποκαθαίρω
From LSJ
τῷ οὖν τόξῳ ὄνομα βίος, ἔργον δὲ θάνατος → the bow is called life, but its work is death (Heraclitus)
English (LSJ)
A purge downwards, τὴν κοιλίην Hp.Aph.7.68, cf. Thphr.HP7.12.3, Plu.2.127c, Gal.6.248.
German (Pape)
[Seite 1218] von unten reinigen, abführen; Plut. de sanit. tu. p. 384; Medic.
Greek (Liddell-Scott)
ὑποκᾰθαίρω: διὰ καθαρτικοῦ κενώνω κάτωθεν, ὑποκαθῆραι τὴν κοιλίην Ἱππ. Ἀφορισμ. 1261, πρβλ. Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 7. 12, 3, Πλούτ. 2. 127C, Γαλην. τ. 6, σ. 248, 4. ΙΙ. διὰ καθάρσεως ἐκβάλλω, τὴν κόπρον Γρηγ. Νύσσ. τ. 1. σ. 888Α.