οὐκ ἔστιν χαίρειν τοῖς ἀσεβέσιν → no rest for the wicked, no peace to the wicked
λήσομαι,
A v. λανθάνω.
λήσω: λήσομαι, ἴδε ἐν λ. λανθάνω.
v. λανθάνω.