ἀνθιππασία
ἐπεὰν νῶτον ὑὸς δελεάσῃ περὶ ἄγκιστρον, μετιεῖ ἐς μέσον τὸν ποταμόν, ὁ κροκόδειλος ἵεται κατὰ τὴν φωνήν, ἐντυχὼν δὲ τῷ νώτῳ καταπίνει → when he has baited a hog's back onto a hook, he throws it into the middle of the river, ... the crocodile lunges toward the voice of a squealing piglet, and having come upon the hogback, swallows it
English (LSJ)
ἡ,
A sham fight of horse, X.Eq.Mag.1.20, IG2.1291, cf. 1305b.
German (Pape)
[Seite 232] ἡ, das Gegeneinanderreiten, ein eigenes Reitermanöver bei Musterungen, Xen. Hipparch. 1, 20. 3, 11. ·
Greek (Liddell-Scott)
ἀνθιππᾰσία: ἡ, πλαστὴ μάχη ἱππικοῦ, καθ’ ἣν οἱ ἱππεῖς ἀντιμέτωποι προσελαύνουσιν ἀλλήλοις, φεύγοντες ἀλλήλους καὶ διώκοντες ταχέως· καθ’ Ἡσύχιον: «τῶν ἱππέων ἄσκησις καὶ ἀγῶνες αὐτῶν», - Ξεν. Ἱππαρχ. 1. 20, 3. 11, 5. 4.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
manœuvre ou charge de deux corps de cavalerie l’un contre l’autre.
Étymologie: ἀντί, ἱππασία.