ἀπροβούλευτος

From LSJ
Revision as of 19:37, 9 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Bailly1_1)

Κύριε, σῶσον τὸν δοῦλον σου κτλ. → Lord, save your slave ... (mosaic inscription from 4th cent. church in the Negev)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπροβούλευτος Medium diacritics: ἀπροβούλευτος Low diacritics: απροβούλευτος Capitals: ΑΠΡΟΒΟΥΛΕΥΤΟΣ
Transliteration A: aproboúleutos Transliteration B: aprobouleutos Transliteration C: aprovoyleftos Beta Code: a)probou/leutos

English (LSJ)

ον,

   A unpremeditated, Arist.EN1135b11; λόγοι Thphr. Char.3.1; not deliberated upon, D.H.4.72, J.BJ3.5.6.    2 not submitted to the βουλή, D.22.5, Hyp.Fr.231, Plu.Sol.19; of the Roman Senate, App.BC1.59.    II Act., without forethought or premeditation, Arist.EN1151a3, Ceb.8. Adv. -τως Pl.Lg.867a, 867b; ἀ. τοῦ ἀποκτεῖναι without purpose of .., ib.866e.

German (Pape)

[Seite 338] nicht vorbedacht, nicht überlegt, unabsichtlich, Arist. Eth. 5, 8; – adv., ἀποκτεῖναι Plat. Legg. IX, 866 e. – Bei Dem. 22, 5 was nicht vorher vom Senat durch ein προβούλευμα gebilligt ist; vgl. Plut. Sol. 19; Dion. Hal. 4, 72.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπροβούλευτος: -ον, μὴ σχεδιασθείς ἐκ τῶν προτέρων, μὴ προμελετηθείς, ἀπροαίρετα δὲ ὅσα ἀπροβούλευτα Ἀριστ. Ἠθ. 5. 8, 5· ἀδολεσχία ἐστὶ διήγησις λόγων μακρῶν καὶ ἀπροβουλεύτων Θεοφρ. Χαρ. 3. 2) μὴ ὑποβληθείς εἰς τὴν βουλήν, Δημ. 594. 23, Ὑπερείδ. παρὰ Πολυδ. ς΄, 144· ἴδε Ἑρμάνν. Πολ. Ἀρχ. 125. 8. ΙΙ. ἐνεργ., ὁ ἄνευ προμελέτης, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 7. 8, 2· ἀπερίσκεπτος, Κέβητος Πίναξ 8: - Ἐπίρρ. -τως Πλάτ. Νόμ. 867Α. Β· ἀπρ. τοῦ ἀποκτεῖναι…, χωρὶς νὰ ἔχῃ σκοπὸν νά…, αὐτόθι 866Β.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
I. 1 non prémédité, irréfléchi;
2 non précédé d’une délibération devant le Conseil;
II. imprévoyant, irréfléchi.
Étymologie: ἀ, προβουλεύομαι.