δυσαπάντητος
From LSJ
νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖιν → godly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet
English (LSJ)
ον,
A = δυσάντητος, Eust.1054.30, Suid.
German (Pape)
[Seite 676] = δυσάντητος, VLL.
Greek (Liddell-Scott)
δυσαπάντητος: -ον, = δυσάντητος, Εὐστ. 1054. 30. Σουΐδ.