ἐναπερεύγω

From LSJ
Revision as of 06:29, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (11)

ἐάν μή διδάξητε περί ἀρετὴς τούς τό ἀργύριον κλέψαντας, οὐ ταξόμεθα οἱ ὁπλῖται → if you don't teach those who have stolen money a lesson on moral virtue, we, the hoplites, will not line up

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐναπερεύγω Medium diacritics: ἐναπερεύγω Low diacritics: εναπερεύγω Capitals: ΕΝΑΠΕΡΕΥΓΩ
Transliteration A: enapereúgō Transliteration B: enapereugō Transliteration C: enapereygo Beta Code: e)napereu/gw

English (LSJ)

   A vomit forth upon, metaph. of lust, τὸ πάθος τινί Ph.2.393, cf. 202.

German (Pape)

[Seite 828] darin ausspeien, Philo.

Spanish (DGE)

vomitar fig. τὸ πάθος Ph.2.202, c. dat. μὴ ὡς αἰχμαλώτῳ ... ἐναπερύγῃς τὸ πάθος Ph.2.393.

Greek Monolingual

ἐναπερεύγω (AM)
ξερνώ, κάνω εμετό μέσα ή πάνω σε κάτι
μσν.
μέσ. ξερνώ, ξεβράζω κάποιον σ' έναν τόπο
αρχ.
(μτφ. για ασελγή πράξη) εκσπερματίζω.