ψυχῆς πείρατα ἰὼν οὐκ ἂν ἐξεύροιο πᾶσαν ἐπιπορευόμενος ὁδόν· οὕτω βαθὺν λόγον ἔχει → one would never discover the limits of soul, should one traverse every road—so deep a measure does it possess
ἀντίθυρος, -ον (Α)
1. εκείνος που βρίσκεται απέναντι στην πόρτα
2. το ουδ. ως ουσ. το ἀντίθυρον
προθάλαμος, πρόδομος
3. η πλευρά του δωματίου απέναντι στη θύρα.