ημιαμφόριον
From LSJ
Οὕτως ἔδειξέν μοι κύριος καὶ ἰδοὺ ἐπιγονὴ ἀκρίδων ἐρχομένη ἑωθινή, καὶ ἰδοὺ βροῦχος εἷς Γωγ ὁ βασιλεύς (Amos 7:1) → Thus the Lord showed me and look, early-morning offspring of locusts coming, and look, one locust-larva: Gog the king.
Greek Monolingual
ἡμιαμφόριον, τὸ (Α)
μισός αμφορέας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + αμφόρ-ιον (θ. άμφορ- του αμφορ-εύς + υποκορ. κατάλ. -ιον, πρβλ. παιδ-ίον)].