βωμὸν Ἀριστοτέλης ἱδρύσατο τόνδε Πλάτωνος, ἀνδρὸς ὃν οὐδ' αἰνεῖν τοῖσι κακοῖσι θέμις → Aristotle had this altar of Plato set up — Plato, a man whom the wicked dare not even mention in praise
[Seite 235] = νεβρίζω, sp. D., vgl. Lob. Phryn. 625.
νεβροστολίζω: νεβρῷ στολίζω, μεταγεν. ἴδε Λοβέκ. εἰς Φρύν. σελ. 624.
νεβροστολίζω (Α)
περιβάλλω κάποιον με νεβρίδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νεβρός «ελαφάκι» + στολίζω.