παιδόπολη

From LSJ
Revision as of 12:12, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (30)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

πωγωνοτροφία φιλόσοφoν οὐ ποιεῖ → a long beard does not make the philosopher

Source

Greek Monolingual

η
1. περιοχή με σαφώς υπερισχύουσα αναλογία του αριθμού τών παιδιών
2. περιοχή η οποία έχει παραχωρηθεί για κατοικία ορφανών και εγκαταλελειμμένων παιδιών, καθώς και τών προσώπων που τά φροντίζουν.