Ῥᾷον παραινεῖν ἢ παθόντα καρτερεῖν → Patientiam suadere facile, non pati → Es spricht sich leichter zu, als stark zu sein im Leid
Full diacritics: πῠραγρέτης | Medium diacritics: πυραγρέτης | Low diacritics: πυραγρέτης | Capitals: ΠΥΡΑΓΡΕΤΗΣ |
Transliteration A: pyragrétēs | Transliteration B: pyragretēs | Transliteration C: pyragretis | Beta Code: puragre/ths |
καρκίνος,= πυράγρα, AP6.92 (Phil.).
[Seite 819] ὁ, καρκίνος, = πυράγρα, Philp. 16 (VI, 92).
ὁ, Α
(ενν. καρκίνος) η πυράγρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πῦρ + ἀγρέτης (< θ. αγρε- του ἀγρῶ / -έω), πρβλ. θηρ-αγρέτης].