ἀλλὰ σὺ μὲν νῦν στῆθι καὶ ἄμπνυε → but you, stop now and catch your breath | but do thou now stand, and get thy breath
Full diacritics: διοίσω | Medium diacritics: διοίσω | Low diacritics: διοίσω | Capitals: ΔΙΟΙΣΩ |
Transliteration A: dioísō | Transliteration B: dioisō | Transliteration C: dioiso | Beta Code: dioi/sw |
διοίσομαι,
A v. διαφέρω.
διοίσω: διοίσομαι, ἴδε ἐν λ. διαφέρω.
f. de διαφέρω.
διοίσω: δι-οίσομαι, Μέσ. και Ενεργ. μέλ. του διαφέρω.