ἆσαι
From LSJ
Ξένῳ μάλιστα συμφέρει τὸ σωφρονεῖν → Bene se modeste gerere peregrinum decet → Den größten Nutzen bringt dem Gast Bescheidenheit
English (LSJ)
contr. for ἀάσαι,
A v. ἀάω.
ἆσαι, ἄσαιμι,
A v. ἄω.
German (Pape)
[Seite 368] inf. aor. a) zu ἀάω. – b) zu ἄω.
French (Bailly abrégé)
inf. ao. de ἀάω;
inf. ao. de ἄω.
English (Autenrieth)
see (1) ἀάω, (2) ἄω.
Spanish (DGE)
Greek Monotonic
ἆσαι: απαρ. αορ. αʹ του ἄω, χορταίνω· ἄσαιμι, ευκτ.
• ἆσαι: συνηρ. αντί ἀάσαι, απαρ. αορ. αʹ του ἀάω, πληγώνω.
Russian (Dvoretsky)
ἆσαι: I inf. aor. к ἀάω.
II inf. aor. к ἄω.