δωσιδικία

From LSJ
Revision as of 15:35, 30 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")

Καὶ ζῶνφαῦλος καὶ θανὼν κολάζεται → Vivisque mortuisque poena instat malis → Der Schlechte wird im Leben und im Tod bestraft

Menander, Monostichoi, 294
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δωσῐδῐκία Medium diacritics: δωσιδικία Low diacritics: δωσιδικία Capitals: ΔΩΣΙΔΙΚΙΑ
Transliteration A: dōsidikía Transliteration B: dōsidikia Transliteration C: dosidikia Beta Code: dwsidiki/a

English (LSJ)

ἡ,

   A administration of justice, IGRom.3.563 (Tlos).

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
administración de justicia προστάντα τῆς δωσιδικίας ἴσως καὶ δικαίως TAM 2.583.15 (Tlos I a.C.), cf. OGI 335.83 (Pérgamo II a.C.).

Greek Monolingual

και δοσιδικία, η (Α δωσιδικία)
νεοελλ.
η αρμοδιότητα δικαστηρίου σχετικά με τους διαδίκους και τις δικαστικές υποθέσεις
αρχ.
το να παραδίδεται κανείς στη δικαιοσύνη, να παρουσιάζεται για να δικαστεί.