προοικονομία

From LSJ
Revision as of 09:35, 1 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")

Ἑαυτὸν οὐδεὶς ὁμολογεῖ κακοῦργος ὤν → Nemo maleficus se fatetur maleficum → Von sich gibt keiner zu, dass er ein Schurke ist

Menander, Monostichoi, 158
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προοικονομία Medium diacritics: προοικονομία Low diacritics: προοικονομία Capitals: ΠΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Transliteration A: prooikonomía Transliteration B: prooikonomia Transliteration C: prooikonomia Beta Code: prooikovomi/a

English (LSJ)

ἡ,

   A prefatory summary, Hdn.Fig.p.103 S., Donat.ad Ter.Eun.719, Serv.ad Verg.A.1.226, al., Eust.16.7 (pl.).

German (Pape)

[Seite 737] ἡ, vorhergehende Einrichtung, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

προοικονομία: ἡ, προτέρα διευθέτησις, προδιάθεσις, προοικονομία ἐστὶν ἡ τὰ μέλλοντα διατίθεσθαι προπαρασκευάζουσα λέξις Ρήτορες (Walz) 8. 608, Εὐστ. 16. 7.

Greek Monolingual

ἡ, ΜΑ προοικονομῶ
η διευθέτηση εκ τών προτέρων, η προετοιμασία σχεδίου που ακολουθείται στη συνέχεια.