ἱμαντοπάροχος

From LSJ
Revision as of 15:40, 1 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")

ὄρνιθι γὰρ καὶ τὴν τότ᾽ αἰσίῳ τύχην παρέσχες ἡμῖν → for it was by a good omen that you provided that past fortune to us

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἱμαντοπάροχος Medium diacritics: ἱμαντοπάροχος Low diacritics: ιμαντοπάροχος Capitals: ΙΜΑΝΤΟΠΑΡΟΧΟΣ
Transliteration A: himantopárochos Transliteration B: himantoparochos Transliteration C: imantoparochos Beta Code: i(mantopa/roxos

English (LSJ)

ὁ,

   A purveyor of straps, etc., for the races, CIG2758 D6 (Aphrodisias).

Greek (Liddell-Scott)

ἱμαντοπάροχος: ὁ, ὁ παρέχων ἱμάντας διὰ τοὺς ἀγῶνας, Συλλ. Ἐπιγρ. 2758 ΙΙΙ D. 6.

Greek Monolingual

ἱμαντοπάροχος, ὁ (Α)
αυτός που παρέχει ιμάντες για τους αγώνες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἱμάς, -άντος + -παροχος (< παρέχω), πρβλ. ελαιο-πάροχος, υδρο-πάροχος.