Κερβέριοι

From LSJ
Revision as of 21:40, 7 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1")

Ἐχθροῖς ἀπιστῶν οὔποτ' ἂν πάθοις βλάβην → Minus dolebis, quo hostibus credes minus → Dem Feind misstrauend bleibst von Schaden du verschont

Menander, Monostichoi, 164
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Κερβέριοι Medium diacritics: Κερβέριοι Low diacritics: Κερβέριοι Capitals: ΚΕΡΒΕΡΙΟΙ
Transliteration A: Kerbérioi Transliteration B: Kerberioi Transliteration C: Kerverioi Beta Code: *kerbe/rioi

English (LSJ)

οἱ, Comic form of Κιμμέριοι, read by Crates in Od.11.14 (

   A Κερβερέων Aristarch. (?)), and apptly. by Ar.Ra.187: with a play upon Κέρβερος, cf. EM513.45.

Greek (Liddell-Scott)

Κερβέριοι: οἱ, κωμικὸς τύπος τοῦ Κιμμέριοι, ἀναγινωσκόμ. παρὰ τῷ Κράτ. καὶ κατὰ τὸν Ἀρίσταρχ. ἐν Ὀδ. Λ. 14 (κατὰ τοὺς Σχολ.), καί, ὡς φαίνεται, παρὰ τῷ Ἀριστοφ. ἐν Βατρ. 187· μετὰ λογοπαιγνίου ἐπὶ τοῦ Κέρβερος, πρβλ. Μεγ. Ἐτυμολ. 513. 43 (ἔνθα ἴδε Gaisf.).

French (Bailly abrégé)

ων (οἱ) :
les Kerbéries, autre n. des Cimmériens, SOPH. (EM p. 543.43) ; AR. Ran. 187 (cf. Κιμμέριοι).

Greek Monolingual

Κερβέριοι, οἱ (Α) Κέρβερος
κωμική ονομασία τών Κιμμερίων, με λογοπαικτική αναφορά προς τον Κέρβερο.

Russian (Dvoretsky)

Κερβέριοι: οἱ керберии Arph. = Κιμμέριοι.