καλλιερία

From LSJ
Revision as of 22:20, 10 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

κεντέω τὸν πῶλον περὶ τὴν νύσσαν → of impetuous haste, goad the foal around the turning post

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καλλῐερία Medium diacritics: καλλιερία Low diacritics: καλλιερία Capitals: ΚΑΛΛΙΕΡΙΑ
Transliteration A: kalliería Transliteration B: kallieria Transliteration C: kallieria Beta Code: kallieri/a

English (LSJ)

   A v. καλλιαρία.

Greek Monolingual

καλλιερία και δωρ. τ. καλλιαρία, ἡ (Α) καλλιερώ
ευνοϊκή θυσία, η εύρεση αίσιων σημείων στο ήπαρ του σφαγίου.