συντονάριος

From LSJ
Revision as of 08:03, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

εἰς δὲ θεοὺς ἀσεβείας τε καὶ εὐσεβείας καὶ γονέας καὶ αὐτόχειρος φόνου μείζους ἔτι τοὺς μισθοὺς διηγεῖτο → and he had still greater requitals to tell of piety and impiety towards the gods and parents and of self-slaughter

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συντονάριος Medium diacritics: συντονάριος Low diacritics: συντονάριος Capitals: ΣΥΝΤΟΝΑΡΙΟΣ
Transliteration A: syntonários Transliteration B: syntonarios Transliteration C: syntonarios Beta Code: suntona/rios

English (LSJ)

   A pedicularius, Gloss.

Greek Monolingual

ὁ, ΜΑ
1. φθειρικός
2. πιθ. αυτός που έδινε ρυθμό στους μουσικούς χτυπώντας το πόδι του στο έδαφος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σύντονος «έντονος, σύμφωνος» + κατάλ. -άριος (< λατ. -arius), πρβλ. νομικ-άριος].