ἀπεριήγητος
πενία μόνα τὰς τέχνας ἐγείρει → poverty alone promotes skilled work, necessity is the mother of invention, necessity is the mother of all invention, poverty is the mother of invention, out of necessity comes invention, out of necessity came invention, frugality is the mother of invention
English (LSJ)
ον, A not traced out, ἀ. καθάπερ τινὶ περιγραφῇ Pl.Lg. 770b; ἀ. τῷ πλήθει innumerable, Simp.inPh.178.29.
German (Pape)
[Seite 287] nicht erklärt, Plat. Legg. VI, 770 b.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπεριήγητος: -ον, ἀπερίγραπτος, ἀνεξήγητος, οὐκ ἀνήσομεν ἀπεριήγητον καθάπερ τινὶ περιγραφῇ Πλάτ. Νόμ. 770Β· ἀπερίγραπτος, Θεόδ. Πρόδρ. σ. 453.
Spanish (DGE)
-ον
1 no expuesto τὸ ὅλον εἰς δύναμιν οὐκ ἀνήσομεν ἀπεριήγητον καθάπερ τινὶ περιγραφῇ Pl.Lg.770b.
2 innumerable ἀ. τῷ πλήθει Simp.in Ph.178.29.
Greek Monolingual
ἀπεριήγητος, -ον (AM)
μσν.
απερίγραπτος -
αρχ.
ανεξήγητος.
Russian (Dvoretsky)
ἀπεριήγητος: неразработанный, данный в общих чертах Plat.