σπερματολόγος
From LSJ
οὔτοι συνέχθειν, ἀλλὰ συμφιλεῖν ἔφυν → I was not born to hate, but to love | Tis not my nature to join in hating, but in loving (Sophocles, Antigone 523)
English (LSJ)
ον,= A σπερμολόγος, τέτραγες Epich.45,46.
German (Pape)
[Seite 920] = σπερμολόγος, von Vögeln, Epicharm. bei Ath. II, 65 b.
Greek (Liddell-Scott)
σπερμᾰτολόγος: -ον, = σπερμολόγος, τέτρακες Ἐπίχ. 25 Ahr.
Greek Monolingual
-ον, Α
βλ. σπερμολόγος.