τί ἦ μοι ταῦτα περὶ δρῦν ἢ περὶ πέτρην → but what is this to me, about an oak or a rock | but what are these things about a tree or a rock to me | why all this about trees and rocks | why all this about what we have nothing to do with | but why am I off on this tangent
ο, θηλ. ζυθοπότις, -ιδος
1. αυτός που πίνει ζύθο
2. αυτός που πίνει πολύ ζύθο, αυτός που του αρέσει να πίνει μπίρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ζύθος + -πότης (< πίνω), πρβλ. οινοπότης, χασισοπότης. Η λ. μαρτυρείται από το 1839 στον Αλέξ. Σούτσο].