σχεδάριον

From LSJ
Revision as of 09:01, 23 December 2021 by Spiros (talk | contribs)

Μεγάλη τυραννὶς ἀνδρὶ πλουσία (τέκνα καὶ) γυνή → Duxisse ditem, servitus magna est viro → Gar sehr tyrannisiert die reiche Frau den Mann

Menander, Monostichoi, 363
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σχεδάριον Medium diacritics: σχεδάριον Low diacritics: σχεδάριον Capitals: ΣΧΕΔΑΡΙΟΝ
Transliteration A: schedárion Transliteration B: schedarion Transliteration C: schedarion Beta Code: sxeda/rion

English (LSJ)

τό, sketch, Leont.in Arat.4; rough draft, Eust.961.21; = Lat. recitatum, Lyd.Mag.3.11.

German (Pape)

[Seite 1053] τό, dim. von σχέδη, Täfelchen, kleines Blatt, Buch, Hesych.

Greek (Liddell-Scott)

σχεδάριον: τό, ὑποκορ. τοῦ σχέδη, Ἐκκλ.· μικρὸν καὶ πρόχειρον σχέδιον Ἐπιφαν. ΙΙ, 832C, Γρηγ. Νύσσ. ΙΙ, 237, Κύριλλ. Ἀλ. Χ. 68C, κλπ.

Greek Monolingual

τὸ, ΜΑ
μικρό σχέδιο
μσν.
πρόχειρο σχέδιο
αρχ.
συνεκδ. κάθε είδος σύντομου συγγράμματος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σχέδιον + υποκορ. κατάλ. -άριον (βλ. λ. σχέδιο)].

Frisk Etymological English

σχέδιον See also: s. zu σχίζω.

Frisk Etymology German

σχεδάριον: σχέδιον
{skhedárion}
See also: s. zu σχίζω.
Page 2,836