ὑδροφάντης
From LSJ
οἰκτίστῳ θανάτῳ εἵμαρτο ἁλῶναι → it was fated that you would be taken by the most miserable death, it has been decreed that thou shouldst be cut off by a most piteous death
English (LSJ)
ου, ὁ, A water-finder, Olymp. in Mete.99.21:—hence ὑδροφαντική (sc. τέχνη), ἡ, the art of discovering water, Gp.2.6.1; also ὑδροφαντικά, τά, ibid.
German (Pape)
[Seite 1174] ὁ, der verborgenes Wasser entdeckt u. zum Brunnengraben anzeigt (?).
Greek Monolingual
ο / ὑδροφάντης, ΝΑ, και υδρυφάντης Ν
αυτός που ανακαλύπτει τις θέσεις υπόγειων υδάτων, υδροσκόπος
νεοελλ.
(μόνον ο τ. υδροφάντης) ζωολ. γένος μικρών ακάρεων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < υδρ(ο)- + -φάντης (< φαίνω) πρβλ. ιεροφάντης.