στεριφότης
From LSJ
κακῶς ζῆν κρεῖσσον ἢ καλῶς θανεῖν → better to live ignobly than to die nobly, better to live badly than to die well
κακῶς ζῆν κρεῖσσον ἢ καλῶς θανεῖν → better to live ignobly than to die nobly, better to live badly than to die well
Full diacritics: στερῐφότης | Medium diacritics: στεριφότης | Low diacritics: στεριφότης | Capitals: ΣΤΕΡΙΦΟΤΗΣ |
Transliteration A: steriphótēs | Transliteration B: steriphotēs | Transliteration C: sterifotis | Beta Code: sterifo/ths |
ητος, ἡ, stoutness, solidity, Sch.Il.11.256.
στερῐφότης: -ητος, ἡ, σκληρότης, τραχύτης, τὸ στερεόν, Σχόλ. εἰς Ἰλ. Λ. 256.
-ητος, ἡ, Α στέριφος (Ι)]
σκληρότητα, τραχύτητα.