φιλομαθία
From LSJ
ἀγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω → no one ignorant of geometry may enter, let no one ignorant of geometry enter, let no one ignorant of geometry come in
English (LSJ)
ἡ, v. φιλομάθεια.
German (Pape)
[Seite 1282] ἡ, = φιλομάθεια, Strab. u. Plut.
Russian (Dvoretsky)
φιλομᾰθία: ἡ v.l. = φιλομάθεια.
Greek (Liddell-Scott)
φῐλομᾰθία: ἡ, ἴδε ἐν λ. φιλομάθεια.
Greek Monolingual
ἡ, Α
(δ. γρφ.) βλ. φιλομάθεια.