Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

σίβυλλα

From LSJ
Revision as of 14:35, 14 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (CSV import)

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
sibylle, prophétesse.
Étymologie: cf. σοφός, lat. sapiens -- DELG étym. ignorée.

Russian (Dvoretsky)

σίβυλλα: (ῐ) ἡ сибилла или сивилла (вещая женщина, пророчица) Arph., Plat., Arst. etc.

Mantoulidis Etymological

(=μάντισσα). Ἀβέβαιη ἡ ἐτυμολογία της. Πιθανόν νά εἶναι ἑβραϊκή ἤ ἀραβική ἡ προέλευσή της. Κατά τούς παλιούς ἀντί τοῦ δωρ. Σιοβόλλα, θεός + βούλομαι, ἡ Θεοβούλη πού ἀναγγέλλει τή θέληση τοῦ θεοῦ.