Στέργει γὰρ οὐδεὶς ἄγγελον κακῶν ἐπῶν → No one loves the bearer of bad news
ὁρμητίας, ὁ (ΑΜ)1. ο πλήρης ορμής, ο ορμητικός2. ο ενθουσιώδης, ο φανατικός.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὁρμητής + επίθημα -ίας (πρβλ. τραυματίας)].