πολιόν τε δάκρυον ἐκβάλλω → let fall the tear from my old eyes, let fall an old man's tear
-α, -ικο, θηλ. και -ισσα, Νσκυλομούρης.[ΕΤΥΜΟΛ. < σκύλος + -μούτρης (< μούτρο), πρβλ. κακομούτρης].