ῥιξικάζεται

From LSJ
Revision as of 09:32, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Έγ', ὦ ταλαίπωρ', αὐτὸς ὧν χρείᾳ πάρει. Τὰ πολλὰ γάρ τοι ῥήματ' ἢ τέρψαντά τι, ἢ δυσχεράναντ', ἢ κατοικτίσαντά πως, παρέσχε φωνὴν τοῖς ἀφωνήτοις τινά –> Wretched brother, tell him what you need. A multitude of words can be pleasurable, burdensome, or they can arouse pity somehow — they give a kind of voice to the voiceless.

Sophocles, Oedipus at Colonus, 1280-4
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ῥιξικάζεται Medium diacritics: ῥιξικάζεται Low diacritics: ριξικάζεται Capitals: ΡΙΞΙΚΑΖΕΤΑΙ
Transliteration A: rhixikázetai Transliteration B: rhixikazetai Transliteration C: riksikazetai Beta Code: r(icika/zetai

English (LSJ)

ῥικάζεται, στροβεῖται, Hsch.

Greek Monolingual

Α
(κατά τον Ησύχ.) «ῥικάζεται, στροβεῖται».
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. έχει τη μορφή ενός εκφραστικού τ. αντί του ῥικάζεται (< ῥικ-νός), ενώ δεν αποκλείεται η περίπτωση να είναι εσφ.].