Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

κεφαλών

From LSJ
Revision as of 13:13, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Καλὸν τὸ θησαύρισμα κειμένη χάρις → Benefacta bene locata, thesaurus gravis → Ein schöner Schatz: ein Dank, den du zu Gute hast

Menander, Monostichoi, 295
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κεφᾰλών Medium diacritics: κεφαλών Low diacritics: κεφαλών Capitals: ΚΕΦΑΛΩΝ
Transliteration A: kephalṓn Transliteration B: kephalōn Transliteration C: kefalon Beta Code: kefalw/n

English (LSJ)

ῶνος, ὁ,
A fan-palm, Chamaerops humilis, Pall.Agr.5.4.5.
II = κεφαλωτόν, BGU1118.12 (i B.C.).
III = capito, Glossaria.

Greek Monolingual

κεφαλών, -ῶνος, ὁ (Α)
1. είδος δένδρου με ριπιδωτά φύλλα, που σε παλαιότερα συστήματα ταξινόμησης έφερε την ονομασία χαμαίρωψ ο ταπεινός
2. το κεφαλωτόν, το φυτό πράσο
3. μεγαλοκέφαλος, κεφάλας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κεφαλή + κατάλ. -ων / -ώνος (πρβλ. πευκών, πυλών)].