τούτων γάρ ἑκάτερον κοινῷ ὀνόματι προσαγορεύεται ζῷον, καί ὁ λόγος δέ τῆς οὐσίας ὁ αὐτός → and these are univocally so named, inasmuch as not only the name, but also the definition, is the same in both cases (Aristotle, Categoriae 1a8-10)
και κουκίδα, η
1. στίγμα
2. το σημείο της τελείας
3. φρ. «τρεις κουκκίδες» — το σημείο τὼν αποσιωπητικών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κουκκίδα (ορθτ. αντί κουκίδα) < κόκκος + υποκορ. κατάλ. -ίς, -ίδος, με κώφωση του -ο-].